Συμπληρώνονται 37 χρόνια από την αποφράδα εκείνη ημέρα, 20 Ιουλίου 1974, που οι Τούρκοι πραγματοποίησαν, σχεδόν ανενόχλητοι, την εισβολή, καταπάτηση, κατοχή και συνεχή από τότε λεηλασία του 37% της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Οι επιπτώσεις των γεγονότων της εισβολής και κατοχής ταλανίζουν από τότε τον ελληνισμό και κανένας δεν μπορεί να προδικάσει μέχρι πότε.
Ο ακρωτηριασμός της Κύπρου το καλοκαίρι του 1974 ασφαλώς αποτελεί μία εθνική ταπείνωση και βεβαίως δεν ήρθε ως κεραυνός εν αιθρία.
Στο πέρασμα χιλιετηρίδων ζωής που έχει η Κύπρος, πέρασε από διαδοχικές συμπληγάδες πέτρες και κατόρθωνε πάντα να παραμένει ζωντανή και με ακμαίο το εθνικό της φρόνημα.
Η γεωγραφική της θέση, στο στρατηγικότερο σημείο της Ανατολικής Μεσογείου, αναδείχθηκε διαχρονικά ως το κύριο στοιχείο της μακρόχρονης ταλαιπωρίας της και ο ασθενής κρίκος της ιστορικά τρισχιλιετούς συνδεδεμένης πορείας της με αυτήν της κυρίως Ελλάδος. Πολύ εύστοχα διατυπώθηκε ότι από την εποχή του Ευαγόρα, βασιλέα της Σαλαμίνος (411 -374 π.Χ), η Κύπρος κατέστη «ελληνικότερη της Ελλάδος». Μία χιονοστιβάδα όμως λαθών και ιδιαίτερα ατυχών γεγονότων, για την Κύπρο και τον ελληνισμό, επί 20 περίπου χρόνια πριν από το 1974, σάρωσε τα πάντα στο πέρασμά της και διέσπασε την ομοψυχία και την εθνική ενότητα, που αποτελούσαν επί αιώνες το μεγαλύτερο όπλο εναντίον κάθε έξωθεν επεμβάσεως.
Αυτό έγινε διότι την πολιτική του μέτρου και της σωφροσύνης, η οποία κρατούσε κλειστές τις πόρτες της Κύπρου στον Τούρκο επίβουλο, ακολούθησε ο τυχοδιωκτισμός και η αφροσύνη του δικτατορικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967, που τις άνοιξε διάπλατα στον εισβολέα.
Κορυφαία πράξη αφροσύνης το πραξικόπημα ανατροπής του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, του νόμιμα εκλεγμένου προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, με απολογισμό ιδιαίτερα θλιβερό, γιατί πάθη και μίση ετών βρήκαν διέξοδο να εκδηλωθούν εκδικητικά κατά τον πλέον αποκρουστικό τρόπο, θρυμματίζοντας κάθε απομεινάρι εθνικής ομοψυχίας και ενότητος. Έλληνες εναντίον Ελλήνων, με απολογισμό 400 – 450 Ελληνοκυπρίους νεκρούς και σοβαρές καταστροφές. Στόχος δολοφονικής επίθεσης είχε γίνει και στο παρελθόν ο Μακάριος, αυτή τη φορά όμως κινητοποιήθηκε ολόκληρη η Εθνική Φρουρά, η οποία αχρηστεύθηκε και παρέλυσε, χωρίς ουσιαστικά δυνατότητα προβολής αμύνης στον Τούρκο εισβολέα. Ανέλπιστο δώρο στην από πολλού χρόνου μεθοδικά και συστηματικά προετοιμαζόμενη από τους Τούρκους επέμβασή τους, για την υλοποίηση των σχεδίων διαμελισμού της Κύπρου. Έτσι συνοπτικά άνοιξε η αυλαία της σύγχρονης τραγωδίας του κυπριακού ελληνισμού, μια κορυφαία πράξη τραγικής υφής για ολόκληρο τον ελληνισμό. Στο απόλυτο χάος που επακολούθησε, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο, με την τουρκική εισβολή στην Κύπρο στις 20 Ιουλίου 1974, η Ελληνική Στρατιωτική Δύναμη Κύπρου (ΕΛΔΥΚ) έδωσε τα πάντα στον υπέρ βωμών και εστιών αγώνα, μόνη και παντελώς αβοήθητη. Με οπλισμό εποχής του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου αντιμετώπισε ό,τι πιο εκλεκτό διέθεταν τότε οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, γιατί ένα σημαντικό κομμάτι αυτού του στρατού επιτέθηκε επανειλημμένα και επί τριήμερο με ισχυρότατη αεροπορική κάλυψη, 14 έως και 16 Αυγούστου 1974, εναντίον στρατοπέδου της ΕΛΔΥΚ και στα γύρω από αυτό υψώματα, όπως το ύψωμα Β, που τα υπερασπιζόταν η μισή περίπου δύναμη της ΕΛΔΥΚ. Παρά τη σφοδρότητα των διαδοχικών αυτών επιθέσεων, καμία ουσιαστική πρόοδος δεν σημειώθηκε εκεί, οι Θερμοπύλες της Λευκωσίας παρέμειναν κλειστές στον εισβολέα. Οι ραδιοτηλεφωνικές συνδιαλέξεις απελπισίας μεταξύ των Τούρκων επιτελών και της επιτιθέμενης εναντίον των θέσεων της ΕΛΔΥΚ Μεραρχίας είναι χαρακτηριστικές για τις σοβαρότατες απώλειες που υπέστησαν.
Στο στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ και τη γύρω από αυτό περιοχή, ύψωμα Β κ.λπ., γράφτηκε το νέο Μανιάκι και εκεί μεταφέρθηκαν οι Θερμοπύλες της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Αυτά αποτύπωσε και με την ημερήσια διαταγή του, ο τότε υπουργός Εθνικής Αμυνας της Ελλάδος, για το έτος 1974. Γράφει μεταξύ άλλων ο Ευάγγελος Αβέρωφ: «Το έτος που μόλις τελείωσε, ήταν για σας έτος μεγάλης πικρίας, γιατί ζήσατε την υποδούλωση σημαντικού μέρους της πολυαγαπημένης Μεγαλονήσου. Μόνη σας παρηγοριά ήταν ότι ολίγοι συνάδελφοί σας πολέμησαν εκεί σαν λιοντάρια, παρά το εσωτερικό χάος και παρά την πλήρη γειτονική αεροπορική και ναυτική κάλυψη των εισβολέων. Συγκράτησαν επί ημέρες τον πολλαπλάσιο σε αριθμό και δύναμη πυρός αντίπαλο και πολλοί προτίμησαν να πεθάνουν παρά να υποχωρήσουν. Με το τέλος του 1974 η σκέψη μας μελετά τα λαμπρά αυτά παλληκάρια που έπεσαν κατά τη διάρκεια αυτού του σκληρού έτους για την τιμή των ελληνικών όπλων».
Πράγματι, το καλοκαίρι του 1974 η ΕΛΔΥΚ υπερασπίσθηκε με σθένος και αποφασιστικότητα την τιμή των ελληνικών όπλων και την ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας μέχρις αυτοθυσίας, χωρίς να λυγίσει.
Τρανή απόδειξη της αυτοθυσίας αυτής είναι τα 105 παλληκάρια της, στο άνθος της ηλικίας τους, αξιωματικοί και οπλίτες, οι οποίοι έπεσαν ή αγνοούνται, και οι δεκάδες τραυματίες, που με το αίμα και τον ιδρώτα τους πότισαν την άνυδρη κυπριακή γη. Εκπλήρωσαν στο ακέραιο το χρέος τους προς την πατρίδα και την υπεράσπιση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Δεν μπορώ όμως να μην αναφερθώ και στους ηρωισμούς και τις πράξεις αυτοθυσίας των ανδρών της Εθνικής Φρουράς, γιατί υπήρξαν πολλές τέτοιες περιπτώσεις και μάλιστα ορισμένες φορές πλάι – πλάι με τους άνδρες της ΕΛΔΥΚ. Όλοι μαζί, πεσόντες από την ΕΛΔΥΚ και την Εθνική Φρουρά, στέκονται δίπλα-δίπλα στο πάνθεον των ηρώων του έθνους.
* ΟΣπυρίδων Δ. Δελλής είναι Υποστράτηγος εν αποστρατεία.
Η ΤΟΥΡΚΙΑεπί 37 χρόνια κωλυσιεργεί και αποφεύγει μια δίκαιη και μόνιμη λύση, με όπλο τις κατά καιρούς δήθεν διαπραγματεύσεις, εφαρμόζοντας μακροχρόνιο σχέδιο εξάλειψης της ιστορικής και πολιτισμικής κληρονομιάς 9000 χρόνων στα κατεχόμενα. Θα είναι εσχάτη πλάνη να πιστέψουμε ότι η Τουρκία θα αρκεσθεί σε αυτό που κατέχει σήμερα. Είναι μια δόλια και ανέντιμη χώρα, όπως τη χαρακτήρισε στην επιστολή του στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής το 1987, ο πρώην πρωθυπουργός της Ελλάδος Κωνσταντίνος Καραμανλής.
Αλλά και η Ελλάδα βιώνει συνεχώς, σχεδόν καθημερινά, μετά το 1974, μια διαρκή τουρκική επιθετικότητα, που εκδηλώνεται με ασύστολο θράσος, στο πλαίσιο μίας ξεκάθαρης επεκτατικής πολιτικής, ιδιαίτερα στον χώρο του Αιγαίου.
Το παρήγορο είναι ότι στην ιστορική του διαδρομή ο κυπριακός λαός γνώρισε πολλές τραγωδίες, όμως πάντοτε κατάφερνε να διασώζει τον χαρακτήρα και την ιστορική του κληρονομιά. Αυτόν τον αγώνα δίνει και σήμερα με όλες τις δυνάμεις του και συμπαραστάτη τον απανταχού ελληνισμό.
Η ΕΛΔΥΚ, ακμαία και ισχυρή, όσο ποτέ άλλοτε, θα κάνει καθημερινά την έπαρση της ελληνικής σημαίας στο στρατόπεδό της, στο στρατόπεδο του ταγματάρχου μηχανικού Σταυριανάκου Σωτήριου, του σημαιοφόρου της αυτοθυσίας και της υπέρτατης προσφοράς των ανδρών της το 1974.