Weather Icon
Γενικά θέματα 21 Μαρτίου 2011

Των Ελλήνων οι κοινότητες

Των Ελλήνων οι κοινότητες

ΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΑΣ ΜΥΡΙΛΛΑ

«Τι νομίζετε πως είναι η επανάσταση; Τραμ που το περιμένετε στη γωνία; Εχει προϋπάρξει το τε-ρι-ρέμ, τε-ρι-ρέμ».Η φράση ανήκει στον Νίκο Καρούζο και ο πρόωρα χαμένος, πρωτοπόρος διευθυντής του Βυζαντινού Μουσείου της Αθήνας, Δημήτρης Κωνστάντιος, συνήθιζε να την ανακαλεί προκειμένου να συμπυκνώσει το νόημα του δεύτερου μέρους της έκθεσης του Βυζαντινού Μουσείου, εκείνης που αφορά την περίοδο μετά την Αλωση της Κωνσταντινούπολης φτάνοντας ώς τα νεότερα χρόνια.

Καθώς διανύουμε την εποχή που οι απόπειρες μιας νέας αφήγησης της πορείας και της ιστορίας του ελληνισμού περνάνε είτε μέσα από την υπεραπλούστευση στο όνομα της αλήθειας είτε μέσα από την αναβίωση εθνοσωτηριακών ιαχών, αυτή η έκθεση -που δυστυχώς είναι κλειστή λόγω έλλειψης προσωπικού…- κατορθώνει τα εξής: να διαλύσει το μύθο που θέλει αυτά τα χρόνια να είναι «σκοτεινά», τους Ελληνες αδρανείς και τις ελληνικές κοινότητες σε ύπνωση. Και αυτό μέσα από έναν απολύτως επιτυχή συνδυασμό της επιστημονικής ιστορικής αφήγησης και των υλικών μαρτυριών που την τεκμηριώνουν. Ανατρέπεται δηλαδή η παραδεδομένη άποψη που έχουμε για τους αιώνες της τουρκοκρατίας, άποψη που φυσικά διατρέχει όλο το εκπαιδευτικό σύστημα τουλάχιστον ώς το λύκειο.

Στην πραγματικότητα, όμως, το ελληνικό στοιχείο, αν όχι ακόμα ως έθνος, αλλά σίγουρα οργανωμένο σε κοινότητες, κάτω από τους όρους της οθωμανικής διοίκησης, είτε συνεργαζόμενο με αυτή είτε αντιδρώντας, δρούσε και δημιουργούσε προσπαθώντας κατ’ αρχήν να διατηρήσει και έπειτα να διαμορφώσει και να αποσαφηνίσει εκείνα τα στοιχεία που θα συγκροτούσαν την εθνική του ταυτότητα και συνείδηση. Μια πορεία που είχε ταυτόχρονα πολλές αντιφάσεις.

Ο πρωταγωνιστικός ρόλος του Πατριαρχείου και της Ορθοδοξίας είναι εκείνο το στοιχείο που τροφοδότησε την πνευματική και καλλιτεχνική δημιουργία, ίδρυσε εκπαιδευτήρια, ασχολήθηκε με την εκπαίδευση και την εγκύκλιο παιδεία (και σίγουρα όχι κρυφά), λειτούργησε ως συνεκτικός ιστός των ελληνικών κοινοτήτων και σημείο κοινωνικής συνοχής, και την ίδια στιγμή ως ανασταλτικός παράγοντας στην εισαγωγή νέων ιδεών. Η εθνική ιδέα είναι συνδεδεμένη με την ορθοδοξία και με το όνειρο μιας εξελληνισμένης πάλαι ποτέ βυζαντινής αυτοκρατορίας.

Εντούτοις, οι ελληνικοί πληθυσμοί, της Βαλκανικής χερσονήσου, της Μικρά Ασίας και της Κωνσταντινούπολης, παρουσιάζουν κυρίως από τον 17ο αιώνα και μετά δημογραφική αύξηση που συνοδεύτηκε από ανάλογη οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη.

Και μπορεί να μην συγκροτούνται ακόμα οργανωμένοι πυρήνες αντίστασης και αντίδρασης, αλλά απο τη μια η επιμονή στις βυζαντινές παραδόσεις έτσι όπως εκφράζεται κυρίως στην πιο λαϊκή ζωγραφική, απο την άλλη η υποδοχή από την αναδυόμενη νέα αστική τάξη των φιλελεύθερων ιδεών που έρχονται από τη Δύση, αποτελούν μία εκδήλωση αν όχι ακόμα επανάστασης, σίγουρα απόφασης να ανδρωθεί μια εθνική συνείδηση, παλιά ή νέα, ο καιρός θα έδειχνε.

Στην Αδριανούπολη, τη Φιλιππούπολη, το Αιγαίο, τα Γιάννενα, την Καστοριά, το Μέτσοβο, την Καππαδοκία, οργανωμένοι σε κοινότητες, η λειτουργία των οποίων ευνοήθηκε από το σύστημα της οθωμανικής διοίκησης, αλλά και από τα προνόμια τα οποία είχαν παραχωρηθεί στο Πατριαρχείο, είχαν καταφέρει να εξασφαλίσουν κάποια μορφή αυτοδιοίκησης και αυτονομίας, γεγονός που επέτρεψε και την αύξηση της καλλιτεχνικής παραγωγής, με έργα κυρίως θρησκευτικού χαρακτήρα.

Στην Κωνσταντινούπολη οι διάσημες κεντήστρες -η Μαριώρα, η Δέσποινα του Αργύρη, η Κοκκώνα του Ρολόγα- φτιάχνουν κατόπιν παραγγελίας χρυσοκέντητα πολυτελή άμφια, επιγονάτια και εντυπωσιακούς επιτάφιους, δείγματα των οποίων παρουσιάζονται στις βιτρίνες του Βυζαντινού Μουσείου. Εκεί κοντά βρίσκονται και πολλά ασημένια εκκλησιαστικά σκεύη, συνήθως αφιερώματα πιστών και εμπορικών συντεχνιών, σμιλεμένα από τα χέρια των γιαννιωτών αργυροχόων, που μαρτυρούν την οικονομική ευμάρεια. Στην Ηπειρο, τη Μακεδονία, το Αιγαίο, τα εργαστήρια των τοιχογράφων ιστορούν ναούς και μοναστήρια, αλλά και ιδιωτικές κατοικίες εμπόρων. Εντυπα και χειρόγραφα βιβλία αποκαλύπτουν τις πνευματικές αγωνίες, αλλά και τις νέες ιδέες που μέσω των εμπόρων φτάνουν στις ελληνικές κοινότητες. Ιδέες πάνω στις οποίες θα γονιμοποιηθεί και η ιδέα της επανάστασης.

Αυτό που έχει συμβεί είναι ότι το 17ο και τον 18ο αιώνα, εποχές σχετικής ησυχίας στα Βαλκάνια, από την μια πλευρά είναι οι Φαναριώτες και οι πρόκριτοι, που αξιοποιούν τη σχέση που έχουν με την οθωμανική διοίκηση, αποκτώντας ρόλο στο εμπόριο της Μαύρης Θάλασσας, ενώ παράλληλα μια νέα τάξη ελλήνων εμπόρων γεννιέται, δρα, συμμετέχει στην οικονομική ζωή και αναπτύσσεται στη Δύση. Φτάνει δε ώς την κεντρική Ευρώπη, όπου δημιουργεί και ελληνικές κοινότητες. Από εκεί προέρχονται και οι πρώτες μεγάλες προσπάθειες ίδρυσης ελληνικών σχολείων, εκεί βρίσκονται και οι ρίζες του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Κατά τη δεκαετία του 1780 λειτουργούσαν στον ελλαδικό χώρο περίπου 35 σχολεία, ενώ λίγο πριν απ’ το 1821 τα σχολεία είχαν δεκαπλασιαστεί.

Στις εικαστικές τέχνες κυριαρχούν ακόμη οι εκκλησιαστικές παραγγελίες. Οι καλλιτεχνικές μορφές βασίζονται κυρίως στη βυζαντινή παράδοση, συνδυάζοντας όμως και διάφορα ευρωπαϊκά ή και ισλαμικά στοιχεία. Τότε εμφανίζεται δυναμικά και μια ζωγραφική με μη θρησκευτικά θέματα, που κοσμούσε τα σπίτια των ευκατάστατων εμπόρων, στα Βαλκάνια και τη Μικρά Ασία, με φυτικά θέματα, αγροτικά και αστικά τοπία, ακόμα και σκηνές της επικαιρότητας, αλλά και μια ζωγραφική εντελώς δυτικοευρωπαϊκή, σε πλήρη απόσταση από τις βυζαντινές παραδόσεις, που απαντάται τον 18ο αιώνα στα Επτάνησα. Εικόνες που προέρχονται από τη Μικρά Ασία και τον Πόντο, αλλά και οι επτανησιακές που υπογράφουν οι ζωγράφοι Καντούνης, Δοξαράς, Κονταρίνης, Καλέργης δίνουν την απτή μαρτυρία αυτής της εξέλιξης. Αλλωστε, αυτή η στροφή είχε ήδη αρχίσει να προετοιμάζεται τους προηγούμενους αιώνες στις βενετοκρατούμενες περιοχές και ειδικά στην Κρήτη.

Καθώς στεκόμαστε μπροστά στις βιτρίνες με τους χειρόγραφους κώδικες και τα έντυπα, αντιλαμβανόμαστε πόσο καθοριστική υπήρξε για τη συγκρότηση της νέας ελληνικής ταυτότητας η συμβολή των ελληνικών και ξένων τυπογραφείων που λειτουργούν ήδη από τον 15ο αιώνα στις δυναμικές κοινότητες των Ελλήνων σε Δύση και Ανατολή -στη Δυτική Ευρώπη, στη Ρωσία, στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και στην Κωνσταντινούπολη. Στις προθήκες του μουσείου βρίσκονται έντυπα που προέρχονται από τα σημαντικότερα τυπογραφεία της Βενετίας, των Βαλκανίων και της Κεντρικής Ευρώπης.Το παλαιότερο βιβλίο της συλλογής, «Φιλοστράτου Βίων Σοφιστών», έχει εκδοθεί το 1503 στη Βενετία από τον Αλδο Μανούτιο.

Την ίδια στιγμή τα μοναστήρια εκτός από παραγωγικές και κερδοφόρες μονάδες, χάρη στα προνόμια που κατόρθωναν να διατηρούν από τις οθωμανικές αρχές, ήταν και σημαντικά πνευματικά, εκπαιδευτικά και καλλιτεχνικά κέντρα, αναπτύσσοντας εργαστήρια ζωγραφικής και τοιχογραφίας καθώς και τμήματα αντιγραφής έργων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Η ζωγραφική λειτουργεί ως βασικός κόμβος διατήρησης των βυζαντινών παραδόσεων, ακόμα και αν οι νέες τάσεις δεν αφήνουν αδιάφορους τους ζωγράφους και η αρχιτεκτονική τους γίνεται πρότυπο. Το Αγιον Ορος, κέντρο του ορθόδοξου μοναχισμού με πλήθος προνομίων και φοροαπαλλαγών, αλλά και έντονη παρουσία στην παραγωγή τοιχογραφιών και εικόνων και τα Μετέωρα, όπου από τον 16ο αιώνα είτε ανεγείρονται νέα μοναστήρια είτε ανακαινίζονται τα υπάρχοντα, είναι οι πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις και με σπουδαιότερους εκπροσώπους τούς ζωγράφους Θεοφάνη και Κατελάνο. Καθοριστικός για την άνθηση των μονών υπήρξε ο ρόλος των ηγεμόνων των παραδουνάβιων περιοχών και αργότερα των Ρώσων, που με την υποστήριξή τους και τις οικονομικές τους ενισχύσεις συνέβαλλαν στην ανάπτυξη και την ακτινοβολία τους.

Η οθωμανική διοίκηση, αν και θεωρούσε τους ορθόδοξους υπήκοους δευτέρας κατηγορίας, δεν είχε απαγορεύσει τη θρησκευτική έκφραση. Ετσι σε όλη την επικράτεια, από την Κρήτη ώς τη Θράκη, ανεγείρονταν ορθόδοξες εκκλησίες, με ζωγραφικές επιφάνειες κατακερματισμένες ώστε να χωράνε όσο το δυνατόν περισσότερα ζωγραφικά με διδακτικό χαρακτήρα. Πολύ χαρακτηριστικά κομμάτια της έκθεσης, οι αποτοιχισμένες τοιχογραφίες της Παναγίας Οδηγήτριας από την Απόλπενα Λευκάδας (περ. 1450), όπου ο συνδυασμός της παλαιολόγειας ζωγραφικής με την υστερογοτθική μαρτυρά το πολυπολιτισμικό περιβάλλον της εποχής. Κι ακόμα, τα τμήματα τοιχογραφιών του 18ου αιώνα από την Παναγία στους Δελφούς, εκκλησία που κατεδαφίστηκε το 1898 χάριν των ανασκαφών της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής.

Βιβλιογραφία:

* Ν. Σβορώνος, «Το ελληνικό έθνος. Γένεση και Διαμόρφωση του Νέου Ελληνισμού», «Πόλις», 2004.

* «Η Βυζαντινή Παράδοση μετά την Αλωση της Κωνσταντινούπολης», ΜΙΕΤ 1994.

* «Η Οθωμανική Αρχιτεκτονική στην Ελλάδα», ΥΠΠΟΤ, 2008.
www.byzantinemuseum.grhttp://www.enet.gr

Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις που αφορούν τα εθνικά θέματα, τις διεθνείς σχέσεις, την εξωτερική πολιτική, τα ελληνοτουρκικά και την εθνική άμυνα.
Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του infognomonpolitics.gr στο Youtube

Εγγραφείτε στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη στο Youtube