Weather Icon

Ο «αόρατος δικτάτορας» και η εισβολή στην Κύπρο

Δύο άνθρωποι γνώριζαν τι πραγματικά συνέβη το μοιραίο καλοκαίρι του 1974. Και οι δύο έφυγαν από τη ζωή παίρνοντας μαζί τους πολύτιμα μυστικά και χωρίς ποτέ να αποκαλύψουν την αλήθεια. Ο ένας ήταν ο «αόρατος δικτάτορας», ο ιδιόμορφος Δημήτρης Ιωαννίδης, ο οποίος απεβίωσε προ ολίγων ημερών. Ο άλλος, ο Γκας Αβρακότος, Ελληνοαμερικανός πράκτορας της CIA, ο οποίος χειριζόταν για πολλά χρόνια τη σχέση της αμερικανικής μυστικής υπηρεσίας με τον Ιωαννίδη.

Ο Αβρακότος ήταν ενας εξαιρετικά φανατικός αντικομμουνιστής που πολλές φορές ξεπερνούσε και τα όρια των εντολών του. Το 1967, λίγους μήνες μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, ο πρόεδρος Τζόνσον αποφάσισε να στείλει ένα άκρως απόρρητο μήνυμα στον τότε ισχυρό δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο, με το οποίο του ζητούσε να μην εκτελέσει τον Ανδρέα Παπανδρέου. Ο Αβρακότος γνώριζε καλά τον Παπαδόπουλο από τον καιρό που ο συνταγματάρχης ήταν ο σύνδεσμος της ΚΥΠ με την αμερικανική υπηρεσία. Αν και υπηρετούσε στο Βιετνάμ, το Λάνγκλεϊ τον διέταξε να πάει στην Αθήνα ως αγγελιαφόρος για να δώσει το μήνυμα στον Παπαδόπουλο. Εκείνος, σύμφωνα με διήγησή του, τον επεσκέφθη στο γραφείο του στη Βουλή και αφού του ανέπτυξε το επίσημο μήνυμα για τον Ανδρέα, συμπλήρωσε: «αυτό είναι το μήνυμα που φέρνω, αλλά αν θέλεις τη γνώμη μου, καλά θα κάνεις να καθαρίσεις αυτό τον «μπάσταρδο»». Ο Παπαδόπουλος, ο οποίος είχε εν τω μεταξύ αποκτήσει και άλλα δικά του κανάλια επικοινωνίας με την Ουάσιγκτον, ζύγισε τα πράγματα και ακολούθησε τη συμβουλή του Τζόνσον.

Ο Αβρακότος επανήλθε, όμως, στην Ελλάδα, στον σταθμό της CIA και ανέλαβε το κρίσιμο πόστο του συνδέσμου με τα ΛΟΚ που είχαν εκείνη την εποχή την ευθύνη για τις επιχειρήσεις Stay behind που συνηθίσαμε να αποκαλούμε «Κόκκινη Προβιά». Επρόκειτο στην ουσία για ένα σχέδιο που προέβλεπε την οργάνωση μυστικών ομάδων αντίστασης σε περίπτωση που οι δυνάμεις του Ανατολικού Μπλοκ εισέβαλλαν στην Ελλάδα. Ο Αβρακότος βρισκόταν συχνά στο γραφείο του διοικητη των ΛΟΚ, ταξίαρχου Γιαννακού, στο Πεντάγωνο, ο οποίος ήταν ο στενότερος φίλος του Ιωαννίδη. Οταν η CIA ήθελε να περάσει κάποιο μήνυμα στον Ιωαννίδη ο Αβρακότος ζητούσε να τον δει στο γραφείο του Γιαννακού.

Διαφορετικές «ατζέντες»
Σύμφωνα με τις περισσότερες πηγές και μαρτυρίες, οι Αμερικανοί θεωρούσαν πως ο Παπαδόπουλος είχε αποκτήσει δική του «ατζέντα» το φθινόπωρο του 1973, ειδικά μετά τις δυσκολίες που προέβαλλε στη διευκόλυνση των αμερικανικών αποστολών βοήθειας στο Ισραήλ τον Οκτώβριο του ίδιου έτους. Ο Ιωαννίδης είχε και εκείνος τη δική του «ατζέντα», καθώς διαφωνούσε με την «κοσμικότητα» που επεδείκνυε πλέον ο Παπαδόπουλος, αλλά και τα ανοίγματα φιλελευθεροποίησης που είχε ανακοινώσει. Είναι, λοιπόν, λογικό να βρήκε σύμφωνους τους ανθρώπους της CIA στην Αθήνα, μιας και την περίοδο εκείνη ο Κίσινγκερ θεωρούσε πιο σημαντική την πλήρη υποταγή της Ελλάδας στους δικούς του γεωπολιτικούς υπολογισμούς παρά την ομαλή μετάβαση σε ένα φιλοδυτικό δημοκρατικό καθεστώς.

Από εκεί και πέρα υπάρχουν δύο μυστήρια που περιμένουν ακόμη απαντήσεις. Το ένα είναι αν και ποιος έδωσε στον Ιωαννίδη αυτό που εκείνος εξέλαβε ως «πράσινο φως» να: (α) ανατρέψει τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και (β) αγνοήσει παντελώς τον κίνδυνο τουρκικής εισβολής. Υπάρχει βεβαίως και ένα τρίτο ερώτημα, το οποίο όμως έχει απαντηθεί, για το πώς οι Αμερικανοί σταμάτησαν τον Ιωαννίδη και την τότε ελληνική κυβέρνηση από τον πόλεμο κατά της Τουρκίας, όταν με εξαιρετικά μεγάλη καθυστέρηση το αποφάσισε ο αόρατος δικτάτορας.

Ως προς τα πρώτα δύο ερωτήματα έχουμε μαρτυρίες και έγγραφα που δημιουργούν πολλά ερωτήματα. Ο τότε Νο2 της CIA στην Αθήνα Ρον Εστες ισχυρίζεται και αναφέρεται σε συγκεκριμένο τηλεγράφημα, πως επεσκέφθη τον Ιωαννίδη δέκα ημέρες πριν από το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, του επεσήμανε τους κινδύνους ανατροπής του στάτους κβο στην Κύπρο και το μεγάλο ρίσκο μιας τουρκικής εισβολής. Κατά τη διήγηση του Εστες, ο Ιωαννίδης αντέδρασε βίαια, κλώτσησε το τραπέζι με τον καφέ που είχε μπροστά του και δήλωσε πως «αν οι Τούρκοι τολμήσουν θα φτάσω έως την Κωνσταντινούπολη». Αυτό που δεν γνωρίζουμε είναι τι διημείφθη μεταξύ Ιωαννίδη και Αβρακότου, ο οποίος ήταν παρών σε αυτή την κρίσιμη συνάντηση, αλλά είναι βέβαιο πως είχε και αλλες κατ’ ίδίαν επαφές με τον Ιωαννίδη. Ο Αβρακότος μισούσε τον Μακάριο, τον αποκαλούσε «Κάστρο της Μεσογείου» και δεν θα πρέπει να αποκλείεται -με βάση και το προηγούμενο με το μήνυμα για τον Ανδρέα- να τον ενθάρρυνε να προχωρήσει στο πραξικοπημα διαβεβαιώνοντάς τον πως οι ΗΠΑ δεν θα άφηναν ποτέ την Τουρκία να εισβάλει στην Κύπρο και να προκαλέσει ελληνοτουρκικό πόλεμο. Υπάρχει βεβαίως και η πιο συνωμοσιολογική θεωρία που θέλει τον Κίσινγκερ εν γνώσει του να στέλνει αυτό το μήνυμα στον Ιωαννίδη μέσω Αβρακότου γνωρίζοντας πως ο «τυφλωμένος» από μένος κατά του Μακαρίου και υπερπατριωτισμό Ιωαννίδης θα έπεφτε στην παγίδα.

Επιχείρηση παραπλάνησης
Γεγονός είναι πως ο Ιωαννίδης εξεπλάγη, έμεινε εμβρόντητος όταν έμαθε ότι άρχισε η τουρκική εισβολή και φερόταν σαν να είχε «προδοθεί» από κάποιους. Η αλήθεια πάντως είναι πως από την ώρα που, με τεράστια καθυστέρηση, αποφάσισε να αντιδράσει στρατιωτικά με την αποστολή υποβρυχίων και αεροσκαφών και την απειλή ενός ελληνοτουρκικού πολέμου, οι Αμερικανοί έκαναν τα πάντα για να τον αποτρέψουν. H CIA έφτασε στο σημείο να διαδώσει την παραπλανητική πληροφορία πως οι Βούλγαροι συγκεντρώνουν δυνάμεις στα σύνορά τους με την Ελλάδα, ενώ κατεβλήθη κάθε προσπάθεια να παραγκωνισθεί ο Ιωαννίδης και να περάσει η εξουσία στους τότε αρχηγούς των Ενόπλων Δυνάμεων οι οποίοι διατηρούσαν παραδοσιακά στενές σχέσεις με τους Αμερικανούς. Η Ουάσιγκτον θεώρησε, άλλωστε, τεράστια επιτυχία της, όπως φάνηκε και απο την περίφημη έκθεση της CIA μετά την κρίση, το γεγονός πως σταμάτησε τον ελληνοτουρκικό πόλεμο. Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι ποτέ δεν είχε σχεδιάσει την επιστροφή του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην εξουσία, γιατι τον θεωρούσε ισχυρογνώμονα, απρόβλεπτο και φιλοευρωπαϊστή.

Το τι συνέβη εκείνο το περίφημο και μοιραίο καλοκαίρι θα απασχολεί για πολλά ακόμη χρόνια τους ιστορικούς. Ο Αβρακότος πέθανε αφού πάλεψε με τη μανία καταδίωξης, ενώ ο Ιωαννίδης έβαζε συχνά τα κλάματα γιατί δεν άντεχε αντικρίζοντας το αποτέλεσμα του τυφλού του υπερπατριωτισμού. Και οι δύο έχουν ίσως πάρει μαζί στον τάφο δικά μας εθνικά μυστικά που αξίζει όμως τον κόπο να ερευνηθούν περαιτέρω.

Ανάκληση εντολών επέμβασης
Οι πληροφορίες για επικείμενη τουρκική εισβολή στην Κύπρο είχαν προκαλέσει κινητικότητα στην Αθήνα, όπως προκύπτει από την εντολή που δόθηκε στα υποβρύχια Τρίτων, Γλαύκος, Νηρεύς και Πρωτεύς, στις 19 Ιουλίου, να αποπλεύσουν από τη Σαλαμίνα με προορισμό τη Ρόδο. Επισήμως, σκοπός της μετάβασης ήταν η συμμετοχή τους σε ασκήσεις, ωστόσο οι κυβερνήτες των Γλαύκος και Νηρεύς είχαν ενημερωθεί σε μυστική σύσκεψη για σχέδιο που προέβλεπε αναχαίτιση τουρκικών δυνάμεων στην Κύπρο.

Σύμφωνα με τα σήματα, που παρουσιάζει η «Κ», στις 20 Ιουλίου και ενώ η απόβαση των τουρκικών δυνάμεων είχε αρχίσει από το πρωί, λίγο μετά τις 3 μ.μ., δόθηκε εντολή στα υποβρύχια Γλαύκος και Νηρεύς να πλεύσουν «εν καταδύσει και υπό πολεμικάς συνθήκας» στην περιοχή ανάμεσα στις ακτές Κύπρου και Τουρκίας, με σκοπό την εμπλοκή με τις τουρκικές δυνάμεις. Στις 21 Ιουλίου, στη 1 μ.μ. και ενώ τα δύο υποβρύχια βρίσκονταν σε απόσταση 85 ν.μ. δυτικά της Κύπρου, εστάλη νέο σήμα που διέτασσε την επιστροφή τους στη Ρόδο. Την επομένη, στις 3 μ.μ. δόθηκε νέα εντολή προς τα δύο υποβρύχια να κατευθυνθούν και πάλι προς την Κύπρο «το ταχύτερο δυνατόν», εντολή που ανακλήθηκε στις 23 Ιουλίου, στις 2 μ.μ.

Αντίστοιχα, τα πολεμικά αεροσκάφη Phantom, που βρίσκονταν σταθμευμένα στο Καστέλι της Κρήτης, έλαβαν δύο φορές διαταγή επέμβασης στις 22 Ιουλίου, η οποία και τις δύο φορές ανεκλήθη έπειτα από λίγα λεπτά. Ηταν ανεπάρκεια και ανικανότητα; Ηταν φόβος μπροστά στην ανάληψη της τεράστιας ευθύνης; Ηταν αλληλοσυγκρουόμενες αντιλήψεις τακτικής και στρατηγικής; Ηταν προσωπικά παιχνίδια εξουσίας και επικράτησης με το βλέμμα στραμμένο στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού; Απάντηση μέχρι σήμερα απόλυτα πειστική δεν δόθηκε στα ερωτήματα αυτά, που αφορούν τη συμπεριφορά της ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων κατά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Αποτελεί κοινή εκτίμηση ότι απέναντι στην απόβαση τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων, η Ελλάδα μπορούσε να «απαντήσει» αποτελεσματικά, με τρόπο που πιθανότατα θα άλλαζε το αποτέλεσμα της εισβολής. Η εκτίμηση αυτή απορρέει από την καταγραφή δυνάμεων, την υπεροπλία της χώρας μας στη θάλασσα με τα σύγχρονα γερμανικά υποβρύχια που διέθετε και θα μπορούσαν να ανακόψουν την πορεία των τουρκικών αποβατικών πλοίων και την υπεροπλία στον αέρα, με τα υπερσύγχρονα, τότε, αεροπλάνα τύπου Phantom. Οι αντιφατικές αποφάσεις οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε εν μέσω κρίσης ένας άνθρωπος, στον οποίο όλοι να αναφέρονται και από τον οποίο να λαμβάνουν κατευθύνσεις. Αυτό που προβλήθηκε ως δικαιολογία από την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων για την καθυστερημένη, αρχικά, αντίδραση και για την ανάκληση των αποφάσεων εμπλοκής των υποβρυχίων και των αεροσκαφών ακολούθως, ήταν οι πληροφορίες που υπήρχαν για σχεδιαζόμενη επίθεση από τη Βουλγαρία.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις που αφορούν τα εθνικά θέματα, τις διεθνείς σχέσεις, την εξωτερική πολιτική, τα ελληνοτουρκικά και την εθνική άμυνα.
Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του infognomonpolitics.gr στο Youtube

Εγγραφείτε στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη στο Youtube