Μέση Ανατολή: η Ιστορία δεν έχει τέλος
The Clash of Civilizations – Samuel P. Huntington (CFR 1993)
Tου Θεοδωρου Kουλουμπη*
Kαθώς ο πρόεδρος Ομπάμα κλείνει τον πρώτο χρόνο της θητείας του, οι μεγάλες προσδοκίες που συνόδευσαν τη εκλογή του αρχίζουν να ξεθωριάζουν. Ευτυχώς για την εσωτερική του πολιτική, το Κογκρέσο φαίνεται έτοιμο να του χαρίσει το καλύτερο δώρο για τον νέο χρόνο: ένα πρόγραμμα ιατρικής περίθαλψης δεκάδων εκατομμυρίων ανασφάλιστων Αμερικανών. Δυστυχώς, όμως, στην εξωτερική του πολιτική η κατάσταση έχει βαλτώσει. Πολλοί πιστεύουν ότι η τελική επιτυχία ή αποτυχία θα κριθεί από τους στόχους και χειρισμούς της κυβέρνησής του στην περιοχή της ευρύτερης Μέσης Ανατολής.
«Η σύγκρουση των πολιτισμών», ήταν ένα θεωρητικό κατασκεύασμα που ανέπτυξε ο αείμνηστος καθηγητής του Χάρβαρντ, Σαμουήλ Χάντινγκτον, το καλοκαίρι του 1993 στο περιοδικό Foreign Affairs. Εκτοτε, το χιλιοσυζητημένο θεώρημά του εξισώθηκε με τη «σύγκρουση των θρησκευμάτων» και υιοθετήθηκε με ιδιαίτερο ζήλο από τους νεοσυντηρητικούς συμβούλους του Τζορτζ Μπους (υιού), αποκτώντας έτσι την κεκτημένη ταχύτητα μιας αυτοεκπληρούμενης προφητείας. Η κεντρική πρόβλεψη του Χάντινγκτον ήταν ότι ο μεγάλος πόλεμος του 21ου αιώνα θα ξέσπαγε «ανάμεσα στη Δύση και τους Υπόλοιπους (πολιτισμούς)».
Το συμπέρασμα που εξάγεται από τις μέχρι στιγμής εξελίξεις είναι ότι όσο «εμείς», η Δύση, παραμένουμε στην περιοχή επιμένοντας να σταθεροποιήσουμε, να αναπτύξουμε και να εκδημοκρατίσουμε τρεις ή περισσότερες ισλαμικές χώρες, τόσο ενισχύουμε την προοπτική μιας παγκόσμιας σταυροφορίας που θα βρίσκει στον δρόμο της ένα παγκόσμιο ιερό πόλεμο (Τζιχάντ). Η κεντρική διαφωνία μου με τη σκέψη του Χάντινγκτον στέκεται στο δογματικό του αξίωμα ότι οι μελλοντικοί πόλεμοι θα είναι ανάμεσα στους θρησκευτικά προσδιορισμένους πολιτισμούς και όχι εντός τους.
Εάν δεχθούμε τον ορισμό της πολιτικής ως μιας διαδικασίας καταμερισμού των αξιών ή -απλούστερα- ως ένα διαρκή ανταγωνισμό για τη μοιρασιά των αγαθών (who gets what, when and how), τότε καμία συλλογική οντότητα, ασχέτως φυλής, θρησκείας, γλώσσας, πολιτεύματος και γεωγραφικής θέσης, δεν ξεφεύγει από τον κανόνα των εσωτερικών αντιπαραθέσεων. (Και εμείς οι Ελληνες δεν πρέπει να ξεχνούμε τον τραγικό μας Εμφύλιο Πόλεμο -1946-49- που τόσο μας δίχασε και μας έριξε πίσω αρκετές δεκαετίες). Προτείνω, επομένως, ότι αν οι ισλαμικές χώρες αφεθούν χωρίς έξωθεν στρατιωτικές παρεμβάσεις, θα συνεχίσουν από μόνες τους το «παιχνίδι» τριβών και ανταγωνισμών που χαρακτηρίζει τις υπόλοιπες κοινωνίες (ιδίως στις περιοχές των λιγότερο αναπτυγμένων κρατών).
Προφανώς, στόχος του προέδρου Ομπάμα είναι να μεταμορφώσει την αμερικανική εμπλοκή στο ταραγμένο ισλαμικό τρίγωνο σε μια διευρυμένη (νατοϊκή ή πολυεθνική) παρουσία που θα στρώσει τον δρόμο για μια ευπρεπή αποχώρηση των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων. Η ταπεινωτική έξοδος των Αμερικανών από το Βιετνάμ, το 1975, δεν αφήνει περιθώρια για ακόμη μια άτακτη αμερικανική υποχώρηση. Είναι άκρως ενδιαφέρον, για παράδειγμα, ότι ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Αντερς Ρασμούσεν, άνοιξε την πόρτα διάπλατα για μια ρωσική ένταξη στον δυτικό αμυντικό οργανισμό σε περίπτωση που η τελευταία θα το επιθυμούσε. Η πρόσκληση παραμένει ανοικτή στην κρίση και τις επιλογές της ρωσικής ηγεσίας.
Κατά τη γνώμη μου η διεθνοποίηση των εξωτερικών παρεμβάσεων στον χώρο της κεντρικής Ασίας έχει τις καλύτερες πιθανότητες επιτυχίας εάν κινηθεί ταυτόχρονα σε δύο επίπεδα: πρώτο, η οικονομική βοήθεια για την ανοικοδόμηση και ανασυγκρότηση των ρημαγμένων περιοχών πρέπει να αυξηθεί γεωμετρικά, φτάνοντας σε επίπεδα παρόμοια με τα υπέρογκα έξοδα των αντιστοίχων πολεμικών δαπανών. Δεύτερο, και εξίσου σημαντικό, η εξωτερική υποστήριξη πρέπει να αποφύγει με κάθε τρόπο να θεωρηθεί από τους γηγενείς αποκλειστικά «δυτική» ή «χριστιανική». Επομένως, πέρα από την Ιαπωνία, χώρες όπως η Κίνα, η Κορέα, η Ινδία και η Ινδονησία πρέπει να ενθαρρυνθούν με ουσιαστικά ανταλλάγματα ώστε να συμμετάσχουν και αυτές στην επιχείρηση εκπαίδευσης των στρατιωτικών δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας του Ιράκ, του Αφγανιστάν και, αν αυτό ζητηθεί, του Πακιστάν.
Η Ιστορία μάς έχει διδάξει ότι οι θρησκευτικοί πόλεμοι διεξάγονται μέχρις εσχάτων, με δεδομένη την απόλυτη πίστη και των δύο πλευρών ότι από μόνες τους εκπροσωπούν την θεϊκή βούληση. Ας τους αποφύγουμε λοιπόν, με όλο τον σεβασμό στο όνομα και το πλούσιο έργο του Σαμουήλ Χάντινγκτον.
* Ο κ. Θεόδωρος Κουλουμπής (couloumbis@eliamep. gr) είναι ομότιμος καθηγητής διεθνών σχέσεων του Πανεπιστημίου Αθηνών.