Γενικά θέματα 16 Ιουλίου 2009

Δηλώσεις των τριών Μητροπολιτών, κατά την Ιερά Σύνοδο 2ας Μαρτίου 1972


Θα αρκεσθώμεν μόνον εις το κραυγαλέον γεγονός της θλιβεράς μεν διασπάσεως της ενότητος του Λαού, και δη εις βαθμόν εγκυμονούντα τώρα εμφύλιον πόλεμον, της αδιανοήτου δε διαστάσεως προς το Εθνικόν Κέντρον του Ελληνισμού, δια να υπογραμμίσωμεν τας τραγικάς συνεπείας εκ της αναλήψεως και ασκήσεως της κοσμικής εξουσίας υπό του Αρχιεπισκόπου, εις τον οποίον, προς ανάσχεσιν της καταστροφής και περίσωσιν όσων απέμειναν, εκλογή ετέρα δεν υπολείπεται, ειμή η άμεσος εκ του αξιώματος του Προέδρου της Δημοκρατίας παραίτησις τούτου, την οποίαν εισηγούμεθα και υποστηρίζομεν, ως από τε εκκλησιαστικής και εθνικής απόψεως επιβαλλομένην.

Δηλώσεις των τριών Μητροπολιτών, κατά την Ιερά Σύνοδο 2ας Μαρτίου 1972, περί παραιτήσεως του Μακαρίου από την Προεδρία της Δημοκρατίας
Άγιοι Αδελφοί,

Από της προηγουμένης συνεδρίας της Ιεράς Συνόδου μέχρι της σημερινής εμεσολάβησαν σοβαρά γεγονότα, εγκυμονούντα σοβαρωτάτους κινδύνους τόσον δια την όλην Εθνικήν μας υπόθεσιν, όσον και δια το ήδη κλονισθέν κύρος της Εθναρχούσης Κυπριακής Εκκλησίας.

Ασφαλώς θα ενθυμούμεθα όλοι, ότι ο Μακαριώτατος, εις γενομένας προς τον τύπον δηλώσεις, είπεν συν άλλοις, “ότι ζει και κινείται και αναπνέει συνεχώς κάτω από την σκιάν του θανάτου”.

Κάτω από την πίεσιν της τραγικής αυτής πραγματικότητος ευρισκόμενος, ο Μακαριώτατος εξηναγκάσθη, δια την ασφάλειαν της ζωής του, να λάβη σωρείαν προστατευτικών μέτρων, τα οποία ίσως θα ηδύνατο οιοσδήποτε πολιτικός ηγέτης να χρησιμοποιήση, δεν ηδύνατο, όμως, ο Προκαθήμενος της Κυπριακής Εκκλησίας. Και τούτο, διότι ο Μακαριώτατος δεν είναι μόνον πολιτικός Άρχων, αλλά και Πνευματικός Ηγέτης και Καθοδηγητής, και ως εκ τούτου δεν είναι, φερ’ειπείν, νοητόν, επισκεπτόμενος τας Κοινότητας δια να τελέση το Μυστήριον της Θείας Ευχαριστίας και κηρύξη τον Λόγον του Θεού, που είναι κυρίως λόγος Αγάπης, να συνοδεύεται υπό εκατοντάδων ενόπλων Αστυνομικών, οίτινες και εντός των Ιερών Ναών και εκτός αυτών να καραδοκούν με το δάκτυλον εις την σκανδάλην, έτοιμοι να πυροβολήσουν και φονεύσουν εν ονόματι της ζωής και της ασφαλείας του Μακαριωτάτου.

Αλλ’η απαράδεκτος αύτη δια την Εκκλησίαν κατάστασις κατέστη έτι τραγικωτέρα, με καταστρεπτικάς δια την ενότητα του Ελληνικού Κυπριακού Λαού επιπτώσεις, αφ’ής εγνώσθη η εδώ παρουσία του Στρατηγού Γρίβα Διγενή. Διότι αύτη ωδήγησεν εις την λήψιν υπό του Μακαριωτάτου περισσοτέρων και πλέον απαραδέκτων, από Χριστιανικής σκοπιάς εξεταζομένων, μέτρων. Υπό ατόμων του στενού περιβάλλοντος του Μακαριωτάτου, των οποίων τας προς αυτόν αγαθάς προθέσεις θέτω εν αμφιβόλω, επεστρατεύθησαν ανά την Νήσον ολόκληρον άτομα αμφιβόλων Εθνικών, Κοινωνικών και Θρησκευτικών φρονημάτων, τα οποία, περιερχόμενα ένοπλα τας πόλεις και τα χωρία, παρακολουθούν τους πάντας και τα πάντα – μηδέ ημών εξαιρουμένων -, προκαλούντα, απειλούντα, υβρίζοντα, βυσσοδομούντα και μετερχόμενα παν αθέμιτον μέσον, με μοναδικόν σκοπόν την διαπίστωσιν των αγαθών ήμη προθέσεων και αισθημάτων του Λαού έναντι του Μακαριωτάτου Προέδρου.

Πλέον δε τούτου, μέγας αριθμός βαρέων και ελαφρών όπλων, εισαχθείς εσχάτως εκ Χωρών του Παραπετάσματος, αντί, ως ώφειλε, να διανεμηθή εις τα έννομα όργανα του Κράτους – ως είναι η Εθνική Φρουρά και η Αστυνομία -, μετεφέρθησαν αβασανίστως εις την Ιεράν Αρχιεπισκοπήν, ίνα διανεμηθούν εν καιρώ εις παρανόμους παρακρατικάς οργανώσεις, δια μίαν αφαντάστως καταστρεπτικήν μεταξύ του Ελληνοκυπριακού λαού πολεμικήν αναμέτρησιν. Επίμονοι δημοσιογραφικαί πληροφορίαι φέρουν μέρος των όπλων αυτών ως ήδη διανεμηθέν.

Η κατάστασις αυτή, εν συνδυασμώ προς την ακολουθουμένην χλιαράν – δια να μή είπω ευνοϊκήν – πολιτικήν του Μακαριωτάτου έναντι των Εχθρών της Πίστεως και της Πατρίδος, και εις την οποίαν, προφανώς, οφείλεται η συνεχώς αυξανομένη δύναμις του Κομμουνισμού, ήγειρεν, ως ήτο επόμενον, το ενδιαφέρον της Ελληνικής Κυβερνήσεως, ήτις, δια του Υφυπουργού κ. Παναγιωτάκου, απέστειλεν προς τον Μακαριώτατον Πρόεδρον το ήδη δημοσιευθέν εις τον Τύπον εισηγητικόν έγγραφον.

Άγιοι Αδελφοί,

Ενώπιον της σοβαράς αυτής καταστάσεως, της εγκυμονούσης σοβαρωτάτους κινδύνους τόσον δια την Εθνικήν μας υπόθεσιν, όσον και δια το ήδη κλονισθέν κύρος της Εκκλησίας, αδιστάκτως φρονώ, ότι έχομεν υψίστην Εθνικήν υποχρέωσιν και επιτακτικόν Εκκλησιαστικόν καθήκον να υποδείξωμεν εις τον Μακαριώτατον Πρόεδρον ότι έφθασεν η στιγμή ίνα, αιρόμενος εις το ύψος των περιστάσεων, παραδώση την σκυτάλην της πολιτικής εξουσίας εις κατά πάντα δεδοκιμασμένον και Εθνικώς αδιάβλητον πολίτην, χάριν της ενότητος του Λαού, χάριν του Ενωτικού μας αγώνος, χάριν της Εκκλησίας, χάριν αυτού τούτου του αληθούς συμφέροντος, χάριν του κύρους και του γοήτρου του Μακαριωτάτου.

Δια ταύτα, και όσον αφορά τα κατ’εμέ, ζητώ παρά του Μακαριωτάτου όπως πάραυτα εγκαταλείψη την κοσμικήν εξουσίαν – η άσκησις της οποίας, υπ’αυτού, τόσα κακά επέφερε εις τον τόπον και τόσον βαρέως υπενόμευσε το κύρος της Εκκλησίας του Αποστόλου Βαρνάβα – και, περιοριζόμενος εις την Αρχιερατικήν του Ιδιότητα, τεθή επί κεφαλής της Εθναρχούσης Εκκλησίας, επ’αγαθώ της νυν χειμαζομένης Εκκλησίας επί της μαρτυρικής μας Πατρίδος.
Ο Κιτίου Άνθιμος

Άγιοι Αδελφοί,
Τα ζητήματα, άτινα ανέπτυξεν ο Μακαριώτατος, είναι λίαν σοβαρά. Η λύσις όλων αυτών ευρίσκεται εις μίαν και μόνην οδόν – της συμμορφώσεως όλων μας προς το θέλημα του Θεού, το εκφραζόμενον εις τους Ιερούς Κανόνας της Εκκλησίας.
Η παντοτινή γνώμη μου, την οποίαν έγραψα από του 1963, ήτο να περιορισθή ο Μακαριώτατος εις τα Αρχιερατικά και Εθναρχικά του καθήκοντα. Αυτήν την επιστολήν δεν τού έδωκα τότε, δια λόγους ανωτέρους της θελήσεώς μου. Τού την έδωκα το 1968 – τότε που είχαμεν τας γνωστάς προστριβάς δια το θέμα της υπ’αυτού ασκήσεως κοσμικής εξουσίας. Εκτός, όμως, της επιστολής, και πολλάκις, οσάκις συνηντώμεθα, τού υπεδείκνυα να αψήση το προεδρικόν αξίωμα και να περιορισθή εις τα Αρχιερατικά του καθήκοντα, ιδίως μετά την απόπειρα κατά της ζωής του. Πρέπει, όμως, να δηλώσω τους λόγους, δι’ούς φρονώ τα άνω. Πριν, όμως, κάμω τούτο, επιτρέψατέ μου να δηλώσω κατηγορηματικώς, ότι ούτε από αντιπολιτευτικόν πνεύμα, ούτε ωθούμενος από οιανδήποτε πολιτικήν παράταξιν, ούτε και αποβλέπων εις αναρρίχησίν μου εις τον Αρχιεπισκοπικόν Θρόνον, ως κακοβούλως εγράφη, αλλά από πραγματικήν συμπάθειαν προς το πρόσωπον του Μακαριωτάτου, μετά του οποίου συνειργάσθην επί πολλά έτη, και θέλων να τον βλέπω πάντοτε ως Προκαθήμενον της Εκκλησίας της Κύπρου, λαμβάνω την θέσιν, την οποίαν ανέφερα προηγουμένως.

(Α) Είναι αξίωμα, ότι η Εκκλησία φθείρεται όταν πολιτεύωνται οι κληρικοί. Δια τούτο τόσον η Αγία Γραφή όσον και οι Ιεροί Κανόνες απαγορεύουν την τοιαύτην ανάμειξιν του κλήρου εις τα πολιτικά πράγματα. Τούτο δυνάμεθα να διαπιστώσωμεν ευκόλως, εάν ρίξωμεν μια ματιά εις την κατάστασιν η οποία επικρατεί εις τα της Εκκλησίας μας από του τέλους του Αγώνος της ΕΟΚΑ και εντεύθεν: Η Εκκλησία και οι Λειτουργοί της εξεπέσαμεν εις τα όμματα των Χριστιανών. Οι Ναοί εκενώθησαν. Οι αιρετικοί αλωνίζουν ασύδοτοι και καρποφόρως. Υβρίζονται οι κληρικοί. Πολλαπλασιάζονται οι κομμουνισταί. Και πάντα ταύτα, διότι ο Προκαθήμενος της Κυπριακής Εκκλησίας πολιτεύεται.

(Β) Η απομάκρυνσις του Μακαριωτάτου από την πολιτικήν ζωήν θα είναι και δια τον ίδιον, προσωπικώς, πολύ ωφέλιμος. Διότι, ως ο ίδιος λέγει, “ζει υπό την σκιάν του θανάτου”. Ήδη έγινε η πρώτη απόπειρα κατά της ζωής του, ο δε Κύριος δια θαύματος τον έσωσε. Προς τί να ζη εν αγωνία; Προς τί δε και όλη η ένοπλος κουστωδία, που τον παρακολουθεί δια προφύλαξιν και εις αυτούς του Ιερούς Ναούς;

(Γ) Η υποβάθμισις έγινε όχι μόνον εις την Εκκλησιαστικήν ζωήν, αλλά και εις την Εθνικήν μας συνείδησιν. Κινδυνεύομεν ημείς, οι Έλληνες της Κύπρου, να γίνωμεν λεβαντίνοι, και να χάσωμεν την ορθόδοξον πίστιν μας.

(Δ) Έρχομαι και εις την ατομικήν μας ζωήν – ημών των Ιεραρχών. Τί εξηγγείλαμεν εις τον Ελληνικόν Λαόν μας, ο οποίος μάς εξέλεξεν, κατά την επίσημον ημέραν της χειροτονίας μας, δια του Ενθρονιστηρίου Λόγου μας; Δεν ωρκίσθημεν να αφιερώσωμεν όλας μας τας δυνάμεις, σωματικάς και πνευματικάς, εις τον αγώνα δι’εθνικήν αποκατάστασιν; Και εις τα κηρύγματά μας τί ελέγαμεν πάντοτε; Και προς τί το Δημοψήφισμα του ’50, εις το οποίον εθέσαμεν τας υπογραφάς μας κάτω από το “Αξιούμεν την Ένωσιν με την Μητέρα Ελλάδα”; Επέρασαν 22 χρόνια έκτοτε. Ποίον ήτο τότε το αίσθημα του Λαού και ποίον είναι σήμερον; Εντρεπόμεθα και φοβούμεθα να λέγωμεν ότι είμεθα Έλληνες. Κατηντήσαμεν εις το σημείον, να τολμούν οι Τούρκοι να αξιούν να αρνηθούμεν την Ένωσιν. Οκτακόσια χρόνια δεν ηλλοίωσαν το Εθνικόν φρόνημα του Λαού μας, και τώρα, εις ελάχιστον χρονικόν διάστημα, τόσον επικινδύνως υπεβαθμίσθη τούτο. Συκοφαντείται σήμερον λυσσωδώς η Μητέρα μας η Ελλάς, ότι δήθεν θέλει να δώση μέρος της Κύπρου εις την Τουρκίαν. Προπηλακίζονται οι Έλληνες Αξιωματικοί, οι οποίοι μάς εδημιούργησαν αμυντικόν θώρακα κατά της Τουρκίας, και οι οποίοι είναι έτοιμοι και να θυσιασθούν χάριν ημών… Επίμονος προσπάθεια του Διεθνούς Κομμουνισμού είναι η δυσφήμισις της Ελλάδος.

Μακαριώτατε και λοιποί Αδελφοί,

Θα είμεθα υπόλογοι εις τον Θεόν και την Ιστορίαν, εάν τώρα δεν ανανήψωμεν και κάμωμεν το καθήκον μας, αποσοβούντες τους κινδύνους, οι οποίοι δύνανται να προκύψουν εκ της διασπάσεως ημών. Από ημάς εξαρτάται να προλάβωμεν την Εκκλησιαστικήν και Εθνικήν ανεπανόρθωτον συμφοράν. Του Μακαριωτάτου καθήκον είναι να παύση πολιτευόμενος. Και ιδικόν μας καθήκον είναι να τού υποδείξωμεν το καθήκον του αυτόν. Προσωπικώς παρακαλώ και καλώ τον Μακαριώτατον να συμμορφωθή αμέσως προς την Αγίαν Γραφήν και τους Ιερούς της Εκκλησίας Κανόνας, και χάριν της Εκκλησίας και της Πατρίδος να παραιτηθή του Προεδρικού αξιώματος και πάσης κοσμικής εξουσίας, και να περιορισθή εις τα Αρχιερατικά του καθήκοντα, αναλαμβάνων και πάλιν το πηδάλιον της Εθναρχούσης Εκκλησίας.
Ο Πάφου Γεννάδιος

Άγιοι Αδελφοί,
Είναι πλέον γεγονός πανθομολογούμενον, ότι το Εθνικόν Ζήτημα της Κύπρου όχι μόνο δεν προωθήθη εις οιονδήποτε βαθμόν προς την ποθητήν λύσιν, κατά την διαρρεύσασαν δωδεκαετίαν, αλλ’αντιθέτως και οπισθοδρόμησεν ανησυχητικώς, δεδομένου και ότι η Τουρκική μειονότης συνεκροτήθη εν τω μεταξύ εις χωριστόν κρατίδιον, και τοιουτοτρόπως η μαρτυρική Μεγαλόνησος ουσιαστικώς εδιχοτομήθη.

Εις το οδυνηρόν τούτο σημείον απέληξαν τα πράγματα, διότι, μετά την δημιουργηθείσαν δυσχερή κατάστασιν εκ των συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου, αίτινες προεβάλλοντο ως σταθμός δια την ΕΝΩΣΙΝ, ουδόλως υπήρξε σταθερά και συνεπής επιδίωξις ταύτης. Αλλά και διότι ανεπιτρέπτως παρενεβλήθη παράγων, όστις αναποδράστως θα απέβαινεν αρνητικός και εις την διεξαγωγήν του Εθνικού Αγώνος. Αναφερόμεθα ειςτην άνευ προηγουμένου εν τη ιστορία της Ορθοδοξίας άσκησιν της κοσμικής εξουσίας υπό του Αρχηγού της Εκκλησίας του Αποστόλου Βαρνάβα.

Αντί δηλονότι, μετά τας συμφωνίας, να αφεθή η διακυβέρνησις της Νήσου εις λαϊκούς, ο δε Αρχιεπίσκοπος να παραμείνη Εθνάρχης και να συνεχίση, επί κεφαλής του Λαού, τον Αγώνα δι’ΕΝΩΣΙΝ, παρά το πνεύμα και το γράμμα της Αγίας Γραφής και τους Ιερούς Κανόνας, υπό των οποίων αυστηρώς απαγορεύεται η ανάμειξις των κληρικών εις την πολιτικήν και η ανάληψις κοσμικής εξουσίας υπό τούτων, και παρά τας απ’αρχής – και συνεπώς έκτοτε – προταχθείσας υφ’ημών και υπό διαφόρων άλλων αντιρρήσεις, ανέλαβεν ο ίδιος την πολιτικήν διακυβέρνησιν της Κύπρου, με αποτέλεσμα να τρωθή καιρίως το κύρος αυτού, και εν τω προσώπω τούτου εκείνο της Εκκλησίας, εις την οποίαν πάντοτε επεστηρίχθη ο λαός δια το εθνικόν αυτού μέλλον, χωρίς να ληφθή υπ’όψιν και η αδιάψευστος μαρτυρία της Ιστορίας, καθ’ήν, οσάκις επεκράτησε το κοσμικόν πνεύμα εν τη Εκκλησία, επέφερε πάντοτε κατάπτωσιν αυτής και απέβη επιζήμιον δια το ποίμνιον.

Δεν θα αναδράμωμεν τώρα εις όσα επί μίαν ήδη δωδεκαετίαν επράχθησαν, συνεχώς δε λέγονται, γράφονται και καταμαρτυρούνται εις βάρος του Αρχιεπισκόπου, και κατά προέκτασιν της Εκκλησίας, εξ αιτίας της εμφανίσεως τούτου ως κοσμικού άρχοντος, και τον διηνεκή εκ τούτων μέγα σκανδαλισμόν των πιστών. Ούτε θα αναφέρωμεν την σημειωθείσαν παράλειψιν εκτελέσεως των επιβεβλημένων τω Αρχιεπισκόπω ποιμαντορικών καθηκόντων. Ούτε θα επισημάνωμεν την προσγιγνομένην μεγίστην ζημίαν εις το ποίμνιον, εν μέσω του οποίου ελευθέρως αφέθησαν να δρώσιν αιρετικοί και κακόδοξοι και άλλοι προβατόσχημοι λύκοι, με αποτέλεσμα και να αραιούνται διαρκώς οι εκκλησιαζόμενοι. Ούτε θα υποδείξωμεν ότι, δια της εις το αυτό πρόσωπον συγκεντρώσεως της εκκλησιαστικής και κοσμικής εξουσίας, δραστηριότητες, εκδηλώσεις και πράξεις της Πολιτείας, ξένοι προς το χριστιανικόν πνεύμα, καταλογίζονται εις βάρος της Εκκλησίας.

Θα αρκεσθώμεν μόνον εις το κραυγαλέον γεγονός της θλιβεράς μεν διασπάσεως της ενότητος του Λαού, και δη εις βαθμόν εγκυμονούντα τώρα εμφύλιον πόλεμον, της αδιανοήτου δε διαστάσεως προς το Εθνικόν Κέντρον του Ελληνισμού, δια να υπογραμμίσωμεν τας τραγικάς συνεπείας εκ της αναλήψεως και ασκήσεως της κοσμικής εξουσίας υπό του Αρχιεπισκόπου, εις τον οποίον, προς ανάσχεσιν της καταστροφής και περίσωσιν όσων απέμειναν, εκλογή ετέρα δεν υπολείπεται, ειμή η άμεσος εκ του αξιώματος του Προέδρου της Δημοκρατίας παραίτησις τούτου, την οποίαν εισηγούμεθα και υποστηρίζομεν, ως από τε εκκλησιαστικής και εθνικής απόψεως επιβαλλομένην.

Ευχόμεθα, όπως ο Ύψιστος φωτίση τον Μακαριώτατον, ίνα ενωτισθή της φωνής του υπερτάτου Εκκλησιαστικού και Εθνικού τούτου Κ-θήκοντος.

Ο Κυρηνείας Κυπριανός

Απόφαση των τριών Επισκόπων
της 2ας Μαρτίου 1972
ΠΙΝΑΞ Β’
Μακαριώτατε,

Εν όψει της στάσεως, την οποίαν η Υμετέρα Μακαριότης ετήρησεν επί όσων παραστατικώς και εν πόνω ψυχής εξεθέσαμεν, κατά την παρούσαν συνεδρίαν της Ιεράς Συνόδου, επί της διαμορφωθείσης εις την Νήσον θλιβεράς καταστάσεως, ήτις, πλην της προκληθείσης φθοράς εις το κύρος της Εκκλησίας, του σκανδαλισμού του ποιμνίου και της ψυχικής ζημίας τούτου, εγκυμονεί και εμφύλιον πόλεμον, τον οποίον διαρκώς απεύχεται η Εκκλησία, πάντα δε ταύτα εξ αιτίας της, ως μή ώφειλεν, υπό της Υμετέρας Μακαριότητος ασκήσεως της κοσμικής εξουσίας, προαγόμεθα καθηκόντως εις την απόφασιν, την οποίαν υπαγορεύει και της Εκκλησίας και της Νήσου το αληθές συμφέρον, να αξιώσωμεν την άμεσον παραίτησιν της Υμετέρας Μακαριότητος εκ του αξιώματος του Προέδρου της Δημοκρατίας της Κύπρου.

Υπεδείξαμεν, δι’όσων ήδη είπομεν, ότι η Αγία Γραφή και οι Ιεροί Κανόνες, των οποίων γνώσιν καλώς έχετε, μνημόνευσις δε ειδική νυν δεν αναγκαιοί, απαγορεύουσιν αυστηρώς εις τους κληρικούς να ασκώσιν εξουσίαν κοσμικήν, θλιβόμεθα δε βαθύτατα, διότι η Υμετέρα Μακαριότης, τεταγμένη να διαφυλάττη υπέρ πάντα άλλον αλώβητον την διδασκαλίαν του Κυρίου και περιφρουρή αγρύπνως το κύρος του Νόμου της Εκκλησίας, δεν ηθέλησε να τείνη ούς ευήκοον εις την φιλάδελφον ημών κλήσιν και παράκλησιν, όπως αμελλητί αποχωρισθή εξουσίας παντελώς ασυμβιβάστου προς την αποστολήν του κληρικού.

Δέησις ημών θερμή προς τον Κύριον είναι, όπως φωτίση τον νουν και οδηγήση τα βήματα της Υμετέρας Μακαριότητος, ώστε η πορεία και οι πράξεις Αυτής να εναρμονισθώσι νυν προς το γράμμα και το πνεύμα της Αγίας Γραφής και των Ιερών Κανόνων, των οποίων, ως ήδη είπομεν και κατανοείτε, περαιτέρω αθέτησιν, μεθ’όσα μάλιστα εκ ταύτης κακά επεσωρεύθησαν, επ’ ουδενί λόγω δυνάμεθα να θεώμεθα απαθώς.

Ικετεύοντες και αύθις τον Κύριον, όπως λαλήση αγαθά εις την καρδίαν της Υμετέρας Μακαριότητος, ενθυμουμένης νηφαλίως και πόσον εταπεινώθη και οία εκουσίως έπαθε δια την σωτηρίαν ημών ο ενανθρωπήσας Θεός, της Εκκλησίας του οποίου εκλήθημεν διακόνοι,

Διατελούμεν μετά πολλής εν Κυρίω αγάπης
της Υμετέρας Δηλώσεις των τριών Μητροπολιτών, κατά την Ιερά Σύνοδο 2ας Μαρτίου 1972, περί παραιτήσεως του Μακαρίου από την Προεδρία της Δημοκρατίας

Μακαριότητος
αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί και όλως πρόθυμοι

Εν Λευκωσία τη 2α Μαρτίου 1972

Ο Κυρηνείας Κυπριανός
Ο Πάφου Γεννάδιος
Ο Κιτίου Άνθιμος

Μακαριώτατε,
“Λύπη μοί εστι μεγάλη και αδειάλειπτος οδύνη τη καρδία μου”. (Ρωμ. Θ’ 2). Εκ των λόγων τούτων του Θεοπνεύστου Αποστόλου Παύλου ορμώμενος, προάγομαι ίνα κοινοποιήσω Υμίν σκέψεις τινάς και εισηγήσεις επί θέματος προσωπικού μεν, αλλ’εφαπτομένου των εκκλησιαστικών και εθνικών πραγμάτων της ημετέρας Νήσου.

Και αλγών μεν, λόγω του ακουσίου από τινων εβδομάδων αποχωρισμού εκ του προσφιλούς ποιμνίου μου, ουδ’επί στιγμήν ησθάνθην ψυχικόν κλονισμόν δια την γνωστήν θέσιν, ήν μετά των εν Χριστώ αδελφών, Αγίων Κιτίου και Κυρηνείας, ελάβομεν εν τη συνεδρία της Ιεράς Συνόδου και εν τη ημετέρα επιστολή από ημερομηνίας 2ας Μαρτίου 1972. Πλήρης ημερών ήδη, αισθάνομαι ότι, εις την επί ήμισυ και πλέον αιώνα προσφοράν εμού εις την Εκκλησίαν και την Πατρίδα, προσθέτω επίλογον σύμφωνον της Ελληνοχριστιανικής μας παραδόσεως και της κληρονομίας των Πατέρων της Εκκλησίας μας.

Τηρών την ήν ετήρησα στάσιν, ουδόλως τελώ εν αγνοία των οιωνδήποτε τυχόν συνεπειών. Ήδη ησθάνθην εγγύς εμού το μαρτύριον, ότε διατεταγμένοι όχλοι, αλλά και πρόσωπα φίλα προσκείμενα προς την Υμετέραν Μακαριότητα – πολιτικοί, δηλονότι, οπαδοί Υμών – επέσεισαν σαφώς τον κίνδυνον βιαίας κατ’εμού ενεργείας. Δια τους απειλήσαντας και απειλούντας τοιαύτα ο πόνος και η προς Κύριον ικεσία μου. Ουδεμία μνησικακία και έχθρα δι’αυτούς και καμία υπερβάλλουσα φροντίς δια την διάσωσιν του σαρκίου μου. Η Εκκλησιαστική και Εθνική ημών ιστορία βρίθει περιπτώσεων μαρτυρίου Ιεραρχών, οι οποίοι δεν έστερξαν την σιωπήν και την αδράνειαν, όταν η Εκκλησία και η Πατρίς ενετέλλοντο επιτέλεσιν καθήκοντος.

Εν ταύτη, Μακαριώτατε, θα ήθελον εν πάση αληθεία και δικαία αυστηρότητι να επισημάνω γεγονότα τινά συμβαίνοντα εν τη Επαρχία Πάφου, ειδικώτερον δεν εν τη Μητροπόλει, δια τα οποία πολύ λυπούμαι να είπω, ότι δεν τυγχάνει άμοιρος η στάσις της Υμετέρας Μακαριότητος.

Εν πρώτοις σημειώ, ότι σκόπιμος, τεχνητή και καθ’υποβολήν είναι η σημειωθείσα εν τη επαρχία αναστάτωσις κοινού τε και κλήρου υπό προσώπων έγγιστα προσκειμένων προς Υμάς. Ό,τι ιδιαιτέρως εμβάλλει εις θλίψιν, είναι η εξώθησις ιερέων όπως προβαίνουν εις ενεργείας αναρμόστους και αντικανονικάς, ως είναι η κάθοδος εις πολιτικάς καθαρώς εκδηλώσεις και η κατά το δοκούν μνημόνευσις εν τοις ιεροίς ναοίς. Πρόκειται περί ασυγγνώστων αυθαιρεσιών. Τούτο αντίκειται προς το άρθρον 43 του Καταστατικού της Εκκλησίας της Κύπρου.

Πληροφορούμαι, ότι κατ’αυτάς απεστάλη εις την Ιεράν Μητρόπολιν “τοποτηρητής” ο π. Άνθιμος Λοίζου, εφημέριος του εν Νεαπόλει Λευκωσίας ιερού ναού Απ. Ανδρέου. Τούτο αντικανονικώς και σκανδαλωδώς γίνεται κατ’άκραν αντίθεσιν προς το υπ αρ. 40 άρθρον του Καταστατικού της Εκκλησίας της Κύπρου.

Δια πάντα τα ανωτέρω, ως επίσης και δια σειράν όλην ετέρων εχθρικών προς ημάς ενεργειών, δι’ών επικινδύνως υπονομεύεται το κύρος και η ενότης της Εκκλησίας, δεν νομίζω ότι η Υμετέρα Μακαριότης δύναται να απεκδυθή ευθύνης. Εν προκειμένω, πώς να μή σημειωθή ότι άκρα σιωπή και αχαρακτήριστος αδράνεια επεδείχθη υφ’Υμών, ίνα αποτραπούν αι ως άνω ασχημίαι; Η τοιαύτη σκόπιμος σιωπή μόνον ως αποδοχή των συντελεσθέντων, προτροπή δε προς περαιτέρω συνέχισιν τούτων, δύναται να ερμηνευθή.

Την σιωπήν της Υμετέρας Μακαριότητος ανέλαβον να λύσουν δημοσιογραφικά φύλλα, εξ ών επληροφορήθην, ότι υπάρχει πρόθεσις Υμών όπως συνοδεύσητε ημάς εις την Μητρόπολιν Πάφου. Τούτο ωρισμένοι ερμηνεύουν ήδη ως “θεαματικήν” πολιτικήν ενέργειαν. Πολύ λυπούμαι και πάλιν να είπω, ότι δεν έχομεν χρεία τοιαύτης φύσεως εκδηλώσεων και πρωτοβουλιών, τοσούτω μάλλον διότι, υφ’άς συνθήκας προαναγγέλλονται, θα απετέλουν άκραν μείωσιν δι’εμέ και φθοράν του κύρους της Εκκλησίας. Ό,τι πρωτίστως και επειγόντως απαιτείται να γίνη, είναι η άνευ αναβολής δημιουργία των καταλλήλων συνθηκών, αι οποίαι θα επιτρέψουν την επάνοδόν μου εν τη Μητροπόλει Πάφου, ήτοι εν μέσω του ποιμνίου μου. Βασικώς, θα πρέπει να αποχωρήσουν οι κατέχοντες την Μητρόπολιν και να δημιουργηθούν συνθήκαι απολύτου ασφαλείας. Ταύτην δύνασθε απολύτως να εξασφαλίσητε, διατάτ-τοντες τα δέοντα προς τα εξουσιοδοτημένα αστυνομικά όργανα.

Συναφώς προς τα ανωτέρω οφείλω να σημειώσω, ότι πιεστικαί εγένοντο προς ημάς συστάσεις προς άμεσον επάνοδον εις την Μητρόπολιν, υπό την ευθύνην και την φρούρησιν άλλων, εξ ίσου η περισσότερον ισχυρών και αποφασισμένων απ’ό,τι οι πολιτικοί οπαδοί της Υμετέρας Μακαριότητος. Πλην όμως, μη αποδεχόμενος τας επικινδύνους ταύτας διεξόδους, προετίμησα την εις την εν τη Λεμεσώ Ιεράν Μητρόπολιν Κιτίου παραμονήν. Διερωτώμαι, όμως, μέχρι πότε θα δύναμαι να συγκρατώ την μήνιν εθνικών αγωνιστών, οι οποίοι είναι έτοιμοι και την Μητρόπολιν Πάφου ν’απαλλάξουν από τους εισβολείς και την επαρχίαν ολόκληρον να θέσουν εν τάξει…

Σήμερον, και καθ’όλην την παρούσαν εβδομάδα,η Εκκλησία προβάλλει ενώπιόν μας το Πάθος του Κυρίου. Μέγας Εκείνος και Άναρχος, υπέμεινε πάθος και μαρτύριον. Περιεφρονήθη, ερραπίσθη, διεπομπεύθη, υπό κουστωδίαν παρανόμων δε ωδηγήθη εις τον Γολγοθάν.

Αλλ’ο Κρανίου τόπος δεν ήτο το τέλος. Ήτο η απαρχή του θριάμβου της Αναστάσεως.

Ούτω καγώ, εν Χριστώ αδελφέ, ψυχικόν Γολγοθάν άγω, πέποιθα ότι τα παρόντα δεινά ταχέως θέλωσιν παρέλθει και διαδεχθώσιν αυτά η ειρήνη και η δικαίωσις.

Επί τούτοις, ικεσίαν εκ μέσης καρδίας θέλω αναπέμψει προ του Σταυρού του Κυρίου, ίνα κατευθύνη τας σκέψεις Υμών προς οδόν αγάπης, ειρήνης και ομονοίας, προς δόξαν του Σταυρωθέντος και Αναστάντος και της Εκκλησίας κραταίωσιν, “ήν περιεποιήσατο δια του τιμίου Αυτού αίματος”.

Εν τη Ιερά Μητροπόλει Κιτίου – Λεμεσού
τη 3η Απριλίου 1972

Μετά της εν Χριστώ αγάπης
Ο Πάφου Γεννάδιος

ekloges.com.cy

Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις που αφορούν τα εθνικά θέματα, τις διεθνείς σχέσεις, την εξωτερική πολιτική, τα ελληνοτουρκικά και την εθνική άμυνα.
Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του infognomonpolitics.gr στο Youtube

Εγγραφείτε στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη στο Youtube