REAL TIME |

Weather Icon
Γενικά θέματα 26 Απριλίου 2009

Απατηλό βήμα προόδου στη Γενεύη

Απατηλό βήμα προόδου στη Γενεύη

Η Διάσκεψη του ΟΗΕ που πραγματοποιήθηκε στη Γενεύη και ήταν αφιερωμένη στη μάχη κατά του ρατσισμού και των διακρίσεων ολοκληρώθηκε με την υιοθέτηση της τελικής διακήρυξης από το σύνολο σχεδόν των 140 κρατών-μελών του Οργανισμού, εξαιρουμένων εννέα αντιπροσωπειών. Η ολοκλήρωση των εργασιών της Διάσκεψης επισπεύσθηκε μετά την κατακραυγή που προκάλεσαν οι από του βήματος δηλώσεις του ιρανού προέδρουΜαχμούντ Αχμαντινετζάντ, ο οποίος στο σύνολο σχεδόν της ομιλίας του καταφέρθηκε εναντίον του κράτους του Ισραήλ. Επρεπε όμως να μείνει στη Διάσκεψη για να πραγματοποιήσει στη συνέχεια αυτή την πομπώδη έξοδο; Αυτό είναι το ερώτημα που τίθεται μετά την αποχώρηση των ευρωπαϊκών αντιπροσωπειών κατά τη διάρκεια της συνόδου.

Ανακεφαλαιώνοντας, μετά την πρώτη Διάσκεψη που διοργανώθηκε στο Ντέρμπαν της Νότιας Αφρικής και η οποία είχε επίσης περιοριστεί στην καταδίκη του Ισραήλ, η σημερινή Διάσκεψη πραγματοποιήθηκε με τους χειρότερους δυνατούς οιωνούς. Με την ευθύνη της προετοιμασίας να ανατίθεται μεταξύ άλλων στις «μεγάλες Δημοκρατίες» της Λιβύης και της Κούβας, στην ατζέντα της Διάσκεψης συ μπεριελήφθη το ζήτημα για το αν θα πρέπει να εισαχθεί στο Διεθνές Δίκαιο η έννοια της «βλασφημίας». Με άλλα λόγια, αν θα πρέπει να απαγορευθεί στην πράξη κάθε κριτική προς τις θρησκείες και ιδιαιτέρως εναντίον του Ισλάμ. Για να ολοκληρωθεί αυτή η διαδικασία εμφανίστηκε, όπως ήταν εκ των προτέρων γνωστό, ο πρόεδρος του Ιράν Αχμαντινετζάντ αναπτύσσοντας τη δική του οπτική περί ρατσισμού, το μονοπώλιο του οποίου κατέχει κατά τον ίδιο αποκλειστικά το Ισραήλ.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, όπως επίσης ο Καναδάς, η Γερμανία, η Ιταλία, η Πολωνία και η Ολλανδία αποφάσισαν λοιπόν ορθώς να μη συμμετάσχουν στις εργασίες της πρόσφατης Διάσκεψης. Αντιθέτως, η Γαλλία, η Μεγάλη Βρετανία, αλλά και το Βατικανό αποφάσισαν να παρευρεθούν. Οι δύο πρώτες για να έχουν λόγο στη διαμόρφωση της τελικής διακήρυξης και το Βατικανό προκειμένου να υπερασπιστεί «την ανθρώπινη αξιοπρέπεια».
Εγινε όμως αυτό που έμελλε να συμβεί. Ο Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ επιδόθηκε σε έναν λίβελλο ο οποίος του ήταν εμφανώς άκρως απαραίτητος προκειμένου να ανέβει στην εκτίμηση της- ευαίσθητης σε αυτή τη θεματολογία – ιρανικής κοινής γνώμης, στην οποία απευθύνθηκε εν όψει και της επικείμενης αναμέτρησης που θα κρίνει την επανεκλογή του. Υπήρξε ωστόσο μια ενδιαφέρουσα μεταστροφή: δεν αρνείται το Ολοκαύτωμα, αλλά την εκμετάλλευση του ιστορικού γεγονότος η οποία, κατά τη δική του πάντα οπτική, οδήγησε στην ίδρυση του «ρατσιστικού» κράτους του Ισραήλ. Για να μην υποχρεωθεί να ακούσει αυτά τα λόγια, τα οποία δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια προτροπή σε φυλετικό μίσος και αποτελούν πιστή αντιγραφή του πιο χιλιοειπωμένου αντισημιτισμού, η γαλλική αντιπροσωπεία αποχώρησε από την αίθουσα συνοδευόμενη από τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης που βρίσκονταν σε αυτήν.
Το μεγαλύτερο παράδοξο: παρά το γεγονός ότι η προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελεί ζήτημα στο οποίο υπάρχει η μεγαλύτερη δυνατή σύγκλιση απόψεων στους κόλπους της Ενωσης, οι ευρωπαϊκές χώρες προσήλθαν διχασμένες σε αυτή τη Διάσκεψη.
Ασφαλώς θα ήταν ευκταία μια κοινή στάση και η γνώμη μου είναι ότι στην παρούσα συγκυρία θα ήταν προτιμότερο να απόσχουν όλες οι ευρωπαϊκές χώρες. Σε κάθε περίπτωση επρόκειτο για ένα δύσκολο ζήτημα. Από τη μια πλευρά υπάρχει η στάση που ακολούθησε και η Γαλλία, σύμφωνα με την οποία είναι προτιμότερη η παρουσία προκειμένου να μπορέσει μια χώρα να παλέψει εκ του σύνεγγυς και να μην αφήσει να επικρατήσουν κείμενα απαράδεκτα για τα Ηνωμένα Εθνη. Διότι αυτού του είδους οι διακηρύξεις αποτελούν στη συνέχεια κείμενα αναφοράς για τα κράτη, καθώς και ακόμη περισσότερο για τις μη κυβερνητικές οργανώσεις που υπερασπίζονται διατρέχοντας συχνά μεγάλους κινδύνους τα ανθρώπινα δικαιώματα. Από την άλλη πλευρά, βέβαια, υπάρχει και η άποψη αυτών που θεωρούν ότι πρέπει να καταγράφεται με τρόπο εμφανή η αποδοκιμασία και για τον λόγο αυτόν προκρίνεται η μη συμμετοχή. Και αυτό διότι οι υπέρμαχοι αυτής της άποψης αρνούνται να συμβιβαστούν με την ιδέα ότι ορισμένα κράτη εμφανίζονται- υπογράφοντας τελικά αυτές τις διακηρύξεις έπειτα από κάποιες υφολογικές διορθώσεις στο τελικό κείμενο- ως υπέρμαχοι των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενώ στην πραγματικότητα κάθε άλλο παρά αυτό ισχύει.
Το θετικό είναι ότι στο τελικό κείμενο δεν συμπεριελήφθη η αναφορά περί συκοφαντίας των θρησκειών, ενώ καταδικάζονται οι περιπτώσεις της «ισλαμοφοβίας, της χριστιανοφοβίας και του αντισημιτισμού», παρ΄ ότι το προσχέδιο της τελικής διακήρυξης αναφερόταν εκτενώς στην καταδίκη του Ισραήλ το οποίο κατηγορούνταν για ρατσισμό. Και αυτό παρά το γεγονός ότι ορισμένα κείμενα ήταν προσανατολισμένα στην απαγόρευση της έννοιας της «βλασφημίας». Απεναντίας, το δυσάρεστο είναι ότι η τελική διακήρυξη αναφέρεται ρητώς στα συμπεράσματα της πρώτης Διάσκεψης του 2001, η οποία στρεφόταν καταφανώς εναντίον του Ισραήλ. Ετσι η Γενεύη μοιάζει περισσότερο με ένα απατηλό βήμα προόδου.
Ο κ. Ζαν-Μαρί Κολομπανί είναι ένας από τους εγκυρότερους ευρωπαίους δημοσιογράφους, πρώην διευθυντής της εφημερίδας «Le Μonde». Το τακτικό, ανά Κυριακή, άρθρο του είναι γραμμένο αποκλειστικά για «Το Βήμα».

Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις που αφορούν τα εθνικά θέματα, τις διεθνείς σχέσεις, την εξωτερική πολιτική, τα ελληνοτουρκικά και την εθνική άμυνα.
Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του infognomonpolitics.gr στο Youtube

Εγγραφείτε στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη στο Youtube